Περιστρέψτε τη φωτογραφία για να περιηγηθείτε. Πιέστε το Τετράγωνο σύμβολο πάνω αριστερά για να τη δείτε full screen
Το 1916, μεσούντος του Α΄ Παγκόσμιου Πόλεμου (1914-1918), οι Σύμμαχοι της Αντάντ, κυρίως Βρετανοί και Γάλλοι, αποβιβάστηκαν στη Θεσσαλονίκη και έστησαν δικά τους στρατόπεδα. Στρατιωτικές εγκαταστάσεις δημιουργήθηκαν στον Εύοσμο, στη Νεάπολη, στην Τούμπα, αλλά και στην Καλαμαριά, η οποία ως τότε παρέμενε μια ακατοίκητη και ελώδης έκταση στα ανατολικά της Θεσσαλονίκης. Το στρατόπεδο της Καλαμαριάς περιελάμβανε 150 ξύλινα παραπήγματα, απολυμαντήρια και στρατιωτικό αεροδρόμιο, ακόμα και σιδηροδρομική σύνδεση με τη Θεσσαλονίκη. Μόνιμες εγκαταστάσεις εντοπίζονταν μόνο στην αρχή της οδού Αλλατίνι (σημερινή Θ. Σοφούλη), ως προέκταση της συνοικίας των Εξοχών, με τα περίφημα νεοκλασικά κτίρια. Διαθέτοντας, επομένως, τις παραπάνω στοιχειώδεις υποδομές, η Καλαμαριά ήταν σε θέση να ανακουφίσει μια μελλοντική προσφυγική κρίση.
Σε αεροφωτογραφία του 1916 διακρίνονται οι συμμαχικές εγκαταστάσεις -το αεροδρόμιο, θάλαμοι και σκηνές- στο στρατόπεδο της Καλαμαριάς, Ιστορικό Αρχείο Προσφυγικού Ελληνισμού, Συλλογή Χρήστου Καλεμκερή.
Ήδη από το 1920-1921 6.000 Έλληνες από τον Καύκασο της κομμουνιστικής Ρωσίας «φιλοξενήθηκαν» στους θαλάμους της Καλαμαριάς. Η διαχείριση του πρώτου αυτού προσφυγικού κύματος υπήρξε εξαιρετικά προβληματική, με τα υψηλά ποσοστά θνησιμότητας να προσελκύουν το ενδιαφέρον του τοπικού Τύπου, ο οποίος έκανε λόγο για «νεκροταφείο».
Οι στρατιωτικοί θάλαμοι της Καλαμαριάς, Ιστορικό Αρχείο Προσφυγικού Ελληνισμού, Συλλογή Χρήστου Καλεμκερή.
Από το φθινόπωρο του 1922 η Καλαμαριά λειτούργησε ως ένα από τα βασικά κέντρα περίθαλψης και προσωρινής εγκατάστασης των προσφύγων στη Βόρεια Ελλάδα. Τα καράβια αγκυροβολούσαν στα ανοιχτά της Αρετσούς και από εκεί οι πρόσφυγες μεταφέρονταν στην ακτή με βάρκες. Γενικότερα, η Μακεδονία υποδέχθηκε και αφομοίωσε σχεδόν τον μισό προσφυγικό πληθυσμό της περιόδου 1922-1924.
Εξέδρα στην Αρετσού όπου αποβιβάζονταν πρόσφυγες, Ιστορικό Αρχείο Προσφυγικού Ελληνισμού, Συλλογή Άννας Θεοφυλάκτου.
Το εξώφυλλο του τετραδίου όπου καταγράφονταν οι πρόσφυγες που πέρασαν από την Καλαμαριά, Αδελφότης Κρωμναίων Καλαμαριάς.
Κατά την καταγραφή των προσφύγων σημειώνονταν βασικές πληροφορίες όπως ο τόπος καταγωγής τους, Αδελφότης Κρωμναίων Καλαμαριάς.
Η «υποδοχή» των προσφύγων στα κέντρα προσωρινής περίθαλψης, όπως αυτά της Καλαμαριάς και του Ευόσμου, περιελάμβανε υποχρεωτικό πέρασμα από τα απολυμαντήρια, τα οποία οργανώθηκαν ήδη από τις αρχές του 1920 κατά την άφιξη των προσφύγων του Καυκάσου. Στην πραγματικότητα, τα απολυμαντήρια της Καλαμαριάς δεν ήταν παρά δύο μεγάλα ξύλινα παραπήγματα. Στο πρώτο τα ρούχα και τα προσωπικά αντικείμενα των προσφύγων απολυμαίνονταν σε κλίβανο, ενώ στο δεύτερο οι ίδιοι οι πρόσφυγες απολυμαίνονταν μαζικά με παγωμένο νερό και ισχυρά καθαριστικά. Ενδεικτική είναι η περιγραφή της Διαλεχτής Μεντεκίδου: «Μας έβαλαν κάπου μέσα, μας έδωσαν και πράσινο σαπούνι, δεν το ξέραμε, εμείς άσπρο είχαμε εκεί. Η Ρόζα, η αδερφή μου, λέει, “αυτό φάρμακο είναι, δεν το παίρνω”. Μερικούς τους κουρεύανε κιόλας. Για την ψείρα, η ψείρα έβραζε. Τα ρούχα τα βάζανε στον κλίβανο, τα παπούτσια βγαίναν τόσο δα, από μέσα». Επομένως, όπως περιγράφεται σε προφορικές μαρτυρίες, το πέρασμα από τα απολυμαντήρια, το κούρεμα, η μαζική αποφθειρίαση και η καταστροφή προσωπικών αντικειμένων βιώθηκε ως μια βαθιά ταπεινωτική δοκιμασία – ιδιαίτερα για τις γυναίκες – που τραυμάτισε την αξιοπρέπειά τους.
Το Απολυμαντήριο της Καλαμαριάς, Ιστορικό Αρχείο Προσφυγικού Ελληνισμού, Συλλογή Αγνής Αλεξιάδου.
Σαμοβάρι: Κατά την άφιξή τους οι πρόσφυγες έφεραν μαζί αντικείμενα υλικής και συναισθηματικής αξίας, όπως αυτό το σαμοβάρι, χαρακτηριστικό σκεύος ρωσικής προέλευσης για την προετοιμασία και το σερβίρισμα του τσαγιού, Μουσείο Μέριμνας Ποντίων Κυριών.
Σε κάθε περίπτωση, ο κίνδυνος μετάδοσης ασθενειών από τους πρόσφυγες ήταν παραπάνω από ορατός. Μέχρι το 1924 ο καταυλισμός της Καλαμαριάς τέθηκε προληπτικά σε καραντίνα, περιχαρακώθηκε με συρματόπλεγμα και μάλιστα ανατέθηκε σε στρατιώτες να επιτηρούν την περιοχή, προκειμένου να αποτρέπουν οποιαδήποτε μετακίνηση προσφύγων στη Θεσσαλονίκη.
Σκίτσο του Μ. Ρέτκου, που βασίστηκε στις περιγραφές του πρόσφυγα Γιώργου Λαμψίδη και απεικονίζει τον καταυλισμό των Καυκασίων προσφύγων στην Καλαμαριά. Ιστορικό Αρχείο Προσφυγικού Ελληνισμού, Συλλογή Οδυσσέα Λαμψίδη.
Υπολογίζεται ότι το 1924 στην Καλαμαριά φιλοξενούνταν 12.000 άνθρωποι. Οι περισσότεροι διέμεναν στα 150 ξύλινα παραπήγματα, σε σκηνές, σε βάρκες και σε πρόχειρες κατασκευές από ευτελή υλικά. Οι συνθήκες διαβίωσης ήταν ελεεινές και με το πρώτο ψιλόβροχο η Καλαμαριά μετατρεπόταν σε λασπότοπο, γι’ αυτό και έμεινε γνωστή ως «τα τσαμούρια». Μάλιστα, όσοι εγκαταστάθηκαν στους στρατιωτικούς θαλάμους, επί της ουσίας στριμώχθηκαν σε στενούς χώρους, αρκετοί εκ των οποίων ήταν ανοιχτοί στην οροφή, παραμένοντας εκτεθειμένοι στις διαθέσεις του καιρού, στα τρωκτικά και στα έντομα. Σε κάθε θάλαμο διέμεναν κατά μέσο όρο 70 με 80 άνθρωποι, οι οποίοι, προκειμένου να εξασφαλίσουν μια στοιχειώδη ιδιωτικότητα, δημιούργησαν αυτοσχέδια «διαμερίσματα», τοποθετώντας τσουβάλια, τα οποία «έντυσαν» με εφημερίδες. Φυσικά, τα εύφλεκτα αυτά υλικά καθώς και η χρήση αυτοσχέδιων μηχανισμών θέρμανσης, ευνόησαν την εκδήλωση πυρκαγιών. Παρόμοιες δυσκολίες αντιμετώπισαν οι πρόσφυγες που φιλοξενήθηκαν στα στρατιωτικά έμπεδα της Τούμπας, της Νεάπολης και του Ευόσμου.
1. Τμήμα του πρόχειρου καταυλισμού της Καλαμαριάς, Ιστορικό Αρχείο Προσφυγικού Ελληνισμού, Συλλογή Άννας Θεοφυλάκτου.
2. Πρόχειρη κατασκευή, Ιστορικό Αρχείο Προσφυγικού Ελληνισμού, Συλλογή Άννας Θεοφυλάκτου.
3. Πρόσφυγες μπροστά στο θάλαμο 143 στην Καλαμαριά τα πρώτα χρόνια μετά την άφιξή τους, Ιστορικό Αρχείο Προσφυγικού Ελληνισμού, Συλλογή Οδυσσέα Λαμψίδη.
4. Νέα Μαλακοπή, ένα τολ που χρησιμεύει για κατοικία το 1952. Η Τούμπα αποτέλε βασικό σταθμό υποδοχής και περίθαλψης προσφύγων, ο οποίος σταδιακά εξελίχθηκε σε τόπο μόνιμης εγκατάστασης διαμορφώνοντας τον πολυπληθέστερο προσφυγικό συνοικισμό της Θεσσαλονίκης, Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών.
5. Τμήμα του Ζέιτενλικ: συμμαχικό στρατόπεδο του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου στη Σταυρούπολη το οποίο αξιοποιήθηκε ως προσφυγικός καταυλισμός, Κέντρο Ιστορίας Θεσσαλονίκης.
6. Ένα από τα πρώτα προσφυγικά ξύλινα σπίτια του Δήμου Συκεών, Συλλογή Κωνσταντίνου Νίγδελη.
Μπροστά στον όγκο του προσφυγικού κύματος οι μηχανισμοί στήριξης ήταν ανεπαρκείς. Πληθώρα κρατικών και ημικρατικών φορέων έσπευσε να συνδράμει ποικιλοτρόπως τους πρόσφυγες στη μακρά πορεία της αποκατάστασης: ο Δήμος και η Μητρόπολη Θεσσαλονίκης, το «Πατριωτικό Ίδρυμα», το σωματείο «Προσφυγικός Φοίνικας», η Χριστιανική Ένωση Νεανίδων (ΧΕΝ), ο σύλλογος Christian Effort (Κολλέγιο Ανατόλια), το Άσυλο Αλητοπαίδων (ορφανοτροφείο), ο Ερυθρός Σταυρός και η Near East Relief. Κυρίως παρείχαν είδη πρώτης ανάγκης και ημιαπασχόληση προκειμένου να εξασφαλίσουν στους νεοφερμένους τα μέσα για τον βιοπορισμό τους. Εντούτοις, τα τακτικά δημοτικά συσσίτια καθιερώθηκαν μόλις το 1931, επί δημαρχίας Χαρίσιου Βαμβακά, ο οποίος εν γένει ανέλαβε πρωτοβουλίες υπέρ των προσφύγων της Θεσσαλονίκης.
Συσσίτιο μπροστά από τους θαλάμους της Καλαμαριάς, Ιστορικό Αρχείο Προσφυγικού Ελληνισμού, Συλλογή Οδυσσέα Λαμψίδη.
Από τόπο υποδοχής και περίθαλψης προσφύγων, η Καλαμαριά μετατράπηκε τελικά σε μόνιμο προσφυγικό συνοικισμό. Για τη στεγαστική αποκατάστασή τους δραστηριοποιήθηκε τόσο το Υπουργείο Πρόνοιας όσο και η ΕΑΠ (η αρμόδια επιτροπή για την αγροτική αποκατάσταση των προσφύγων) με την ίδρυση του κεντρικού συνοικισμού της Καλαμαριάς και επιμέρους οικισμών στην παράλια ζώνη (Κουρί, Κατιρλί, Ρύσιο-Αρετσού, Δέρκων, Νέα Κρήνη) και στο Καραμπουρνάκι (Παράδεισος, Νέα Τούζλα, Άγιος Νικόλαος), ενώ ο συνοικισμός «Βυζάντιο» σχεδιάστηκε το 1929 από τον ομώνυμο προσφυγικό συνεταιρισμό, φιλοξενώντας το 1933 εκατόν δέκα οικογένειες. Ωστόσο, οι απαραίτητες υποδομές για την υδροδότηση και αποχέτευση, τον ηλεκτροφωτισμό και τη συγκοινωνία παρέμεναν προβληματικές τουλάχιστον μέχρι τη δεκαετία του 1960.
1. Γερμανικός χάρτης όπου απεικονίζονται οι προσφυγικοί συνοικισμοί της Καλαμαριάς, Συλλογή Άγγελου Παπαϊωάννου.
2. Τοπογραφικό σχέδιο με τους προσφυγικούς συνοικισμούς της Καλαμαριάς, Συλλογή Άγγελου Παπαϊωάννου.
3. Προσφυγικό σπίτι, Ιστορικό Αρχείο Προσφυγικού Ελληνισμού, Συλλογή Ελένης Σταθωρίου-Κάργα
4. Το κτίριο που στέγαζε βοηθητικά γραφεία της οικοδομικής εταιρείας «Τέκτων». Μπροστά, εργάτες που κατασκευάζουν σπίτια της εταιρειας για τους πρόσφυγες το 1931, Ιστορικό Αρχείο Προσφυγικού Ελληνισμού, Συλλογή Χρήστου Καλεμκερή.
Το ζήτημα της επαγγελματικής αποκατάστασης των προσφύγων της Καλαμαριάς αποδείχτηκε δύσκολη υπόθεση. Οι πιο τυχεροί κατάφεραν να διατηρήσουν την εργασία που ασκούσαν στην πατρίδα τους πριν την Ανταλλαγή. Επρόκειτο κυρίως για τους τεχνίτες, τους κτηνοτρόφους και τους γεωργούς. Ευνοημένοι υπήρξαν και οι κάτοικοι της παράλιας ζώνης, οι οποίοι, ακολουθώντας την παράδοση των μικρασιατικών θαλασσινών επαγγελμάτων, εξακολούθησαν να εργάζονται ως ναυτικοί, σαβουρατζήδες, αλιείς, πλοίαρχοι και αργότερα ως εργάτες ναυπηγείων. Η πλειονότητα, ωστόσο, βρισκόταν σε επισφαλή θέση και μετέβαλε συνεχώς την εργασιακή της απασχόληση. Κυρίως εργάζονταν στη Θεσσαλονίκη, ενώ στην Καλαμαριά δραστηριοποιούνταν πλανόδιοι πωλητές και όσοι διατηρούσαν μικροεπιχειρήσεις, καταστήματα ή οικοτεχνίες.
1. Ψαράδες στην Καλαμαριά, Ιστορικό Αρχείο Προσφυγικού Ελληνισμού, Συλλογή Κώστα Κιουρτζή.
2. Καταστηματάρχης, Ιστορικό Αρχείο Προσφυγικού Ελληνισμού, Συλλογή Ιωάννας Πασαλίδη.
3. Συντεχνία ραπτών στη Θεσσαλονίκη περίπου το 1925, Ιστορικό Αρχείο Προσφυγικού Ελληνισμού, Συλλογή Αναστάσιου Μαβίδη.